Πριν από 89 χρόνια έφυγε από τη ζωή σε ηλικία μόλις 59 ετών ο Erik Alfred Leslie Satie, Erik Satie από το 1884 και έπειτα. Πρόκειται για έναν άνθρωπο, κυρίως μουσικό, μιας και αυτό είναι το γνωστότερο κληροδότημά του στον κόσμο, που ενώ είναι πασίγνωστος για τις μελωδίες Gnossiennes και Gymnopedies, παραμένει κατά βάθος άγνωστος.
Ανάμεσα σε πολλούς παρεξηγημένους στα παρθενικά βήματα της σταδιοδρομίας τους, έτσι και ο Satie, απορρίφθηκε αρχικά από τη σχολή του και κατέληξε στο στρατό από όπου απολύθηκε μολύνοντας τον εαυτό του με βρογχίτιδα. Η εκκεντρικότητα, φαίνεται πως ήταν καταγεγραμμένη στο γενετικό του κώδικα.
Η σταδιοδρομία του ξεκίνησε, που αλλού, στη Μονμάρτη, το 1887. Εκεί, συχνάζοντας στο καφέ-καμπαρέ "Ο Μαύρος Γάτος" και γνωρίζοντας καλλιτέχνες που σύχναζαν επίσης εκεί, άρχισε να δημοσιεύει τα έργα του ώσπου τελικά άφησε το αποτύπωμά του στο μουσικό στερέωμα.
Ήταν ένας από τους μεγάλους αυθεντικούς ατομικά και καλλιτεχνικά. Από το στούντιο-διαμέρισμά του στο Παρίσι, άσκησε αξιοσημείωτη επιρροή σε μια γενιά συνθετών που ήθελαν να ξεφύγουν από την ηγεμονία του Ρίχαρντ Βάγκνερ. Η απλότητα, οι καινοτόμες μελωδίες, η μουσική σχηματική ελευθερία του και η μαεστρία του στη μουσική "υποτίμηση" έκαναν εντύπωση σε συνθέτες όπως οι Claude Debussy, Maurice Ravel, Francis Poulenc, και αργότερα στους νεαρούς Darius Milhaud και John Cage. Ήταν επίσης στενός φίλος με τους Jean Cocteau, Sergei Diaghilev και Pablo Picasso. Μέσω αυτής της φιλίας του με τους κυβιστές συνέθεσε το μπαλέτο "Parade" σε συνεργασία με τους Κοκτώ και Πικάσο. Το εν λόγω μπαλέτο ήταν στενά συνδεδεμένο με το κίνημα του Ντανταϊσμού και ήταν σκανδαλώδες διότι ήταν αυτοσαρκαστικό, κάτι που δεν ήταν αποδεκτό από τους παραδοσιακούς του μπαλέτου.
Οι περίεργες μουσικές του, γραμμένες χωρίς διαχωριστικές γραμμές (bar lines),
με κόκκινο, συνοδεύονταν από πρωτότυπα εκκεντρικές οδηγίες παιξίματος (αντί για τα γνωστά μας allegro, addagio, andante κλπ) του στυλ "ελαφρύ σαν αυγό", "με έκπληξη", "βρες το μόνος σου" κλπ.
Οι γνωστότερες συνθέσεις του, που ανέφερα πιο πάνω, αποτυπώνουν το ενδιαφέρον του για τη μεσαιωνική μουσική, μιας και κατά το τέλος του 19ου αιώνα μυήθηκε και ήταν ο κύριος συνθέτης της θρησκευτικο-μυστικιστικο-αποκρυφιστικής σέκτας του ΡοδοΣταυρισμού που έγερνε ιδεολογικά και προς το Μεσαίωνα.
Παρά τις προσπάθειες των Ντεμπυσύ και Ραβέλ να προωθήσουν το έργο του Σατί, η εκκεντρικότητα και η χιιουμοριστική διάθεση του τελευταίου δεν έγιναν αποδεκτές την εποχή του. Μόνο τα τελευταία 20κάτι χρόνια άρχισε το έργο του να αναγνωρίζεται παγκοσμίως όπως και όφειλε να είναι.
Ανάμεσα σε πολλούς παρεξηγημένους στα παρθενικά βήματα της σταδιοδρομίας τους, έτσι και ο Satie, απορρίφθηκε αρχικά από τη σχολή του και κατέληξε στο στρατό από όπου απολύθηκε μολύνοντας τον εαυτό του με βρογχίτιδα. Η εκκεντρικότητα, φαίνεται πως ήταν καταγεγραμμένη στο γενετικό του κώδικα.
Η σταδιοδρομία του ξεκίνησε, που αλλού, στη Μονμάρτη, το 1887. Εκεί, συχνάζοντας στο καφέ-καμπαρέ "Ο Μαύρος Γάτος" και γνωρίζοντας καλλιτέχνες που σύχναζαν επίσης εκεί, άρχισε να δημοσιεύει τα έργα του ώσπου τελικά άφησε το αποτύπωμά του στο μουσικό στερέωμα.
Ήταν ένας από τους μεγάλους αυθεντικούς ατομικά και καλλιτεχνικά. Από το στούντιο-διαμέρισμά του στο Παρίσι, άσκησε αξιοσημείωτη επιρροή σε μια γενιά συνθετών που ήθελαν να ξεφύγουν από την ηγεμονία του Ρίχαρντ Βάγκνερ. Η απλότητα, οι καινοτόμες μελωδίες, η μουσική σχηματική ελευθερία του και η μαεστρία του στη μουσική "υποτίμηση" έκαναν εντύπωση σε συνθέτες όπως οι Claude Debussy, Maurice Ravel, Francis Poulenc, και αργότερα στους νεαρούς Darius Milhaud και John Cage. Ήταν επίσης στενός φίλος με τους Jean Cocteau, Sergei Diaghilev και Pablo Picasso. Μέσω αυτής της φιλίας του με τους κυβιστές συνέθεσε το μπαλέτο "Parade" σε συνεργασία με τους Κοκτώ και Πικάσο. Το εν λόγω μπαλέτο ήταν στενά συνδεδεμένο με το κίνημα του Ντανταϊσμού και ήταν σκανδαλώδες διότι ήταν αυτοσαρκαστικό, κάτι που δεν ήταν αποδεκτό από τους παραδοσιακούς του μπαλέτου.
Οι περίεργες μουσικές του, γραμμένες χωρίς διαχωριστικές γραμμές (bar lines),
με κόκκινο, συνοδεύονταν από πρωτότυπα εκκεντρικές οδηγίες παιξίματος (αντί για τα γνωστά μας allegro, addagio, andante κλπ) του στυλ "ελαφρύ σαν αυγό", "με έκπληξη", "βρες το μόνος σου" κλπ.
Οι γνωστότερες συνθέσεις του, που ανέφερα πιο πάνω, αποτυπώνουν το ενδιαφέρον του για τη μεσαιωνική μουσική, μιας και κατά το τέλος του 19ου αιώνα μυήθηκε και ήταν ο κύριος συνθέτης της θρησκευτικο-μυστικιστικο-αποκρυφιστικής σέκτας του ΡοδοΣταυρισμού που έγερνε ιδεολογικά και προς το Μεσαίωνα.
Παρά τις προσπάθειες των Ντεμπυσύ και Ραβέλ να προωθήσουν το έργο του Σατί, η εκκεντρικότητα και η χιιουμοριστική διάθεση του τελευταίου δεν έγιναν αποδεκτές την εποχή του. Μόνο τα τελευταία 20κάτι χρόνια άρχισε το έργο του να αναγνωρίζεται παγκοσμίως όπως και όφειλε να είναι.
Έχω έρθει σε αυτόν τον κόσμο πολύ νέος σε μια εποχή πολύ γέρικη.
"Σε σύγκριση με οποιονδήποτε άλλο έντεχνο συνθέτη παγκοσμίως, ίσως να έγραψε τις πιο ονειρικές, παιδικής απλότητας και τρυφερότητας, ιδιοφυείς συνθέσεις για πιάνο: «Gnossiennes», «Gymnopedies», «Embryons Desseches» κ.λπ. Ωστόσο, στη σκελετική σύνθεσή του «Vexations», ένα στοιχειώδες μουσικό θέμα δεκαοχτώ φθόγγων για σόλο πιάνο, το πρώτο αμιγώς μίνιμαλ έργο στα χρονικά της σύγχρονης δυτικής μουσικής, προάγγελο του άλμπουμ «Music For Airports» του Μπράιαν Ίνο και του επαναληπτικού μινιμαλισμού κάθε αυστηρής electronica τελετουργίας, ο Ερίκ Σατί απαιτεί πλήρη αυτοσυγκέντρωση και ακινησία από τον ερμηνευτή, για αρκετή ώρα πριν αυτός επιδοθεί σε μια σταθερή επαναληπτική δράση, η οποία με τη σειρά της απαιτεί έναν ψυχρό αυτοέλεγχο. Μέσα από αυτή τη διαδικασία θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος ότι το σώμα του μουσικού «μεταμορφώνεται», για όσο διαρκεί η ερμηνεία, στο βιολογικό ισοδύναμο ενός σερβομηχανικού ρομπότ! Βλέποντας τουλάχιστον έναν αιώνα μπροστά από την εποχή του, ο μεγαλοφυής Γάλλος συνθέτης μοιάζει να οραματίστηκε μια εποχή όπου καμιά μουσική δεν μπορεί να παιχτεί από ανθρώπους χωρίς την υποστήριξη ρομποτικών μηχανισμών ή σκεπτόμενων τεχνημάτων, χωρίς έξυπνες προεκτάσεις των μυών και των νευρώνων μας. Στην πραγματικότητα, κάθε διαισθητικός άνθρωπος που ξεπερνά τις ανασφάλειές του αφουγκράζεται πεντακάθαρα το δυναμισμό του μέλλοντος γύρω του και ανελίσσεται μέσα στη διαβρωτική αχλύ του, αφημένος στο ρεύμα των εν τη γενέσει «τάσεων». Αυτό ακριβώς έκανε ο Ερίκ Σατί και, έναν αιώνα αργότερα, οι «ρομποτικοί» πρωτοπόροι Kraftwerk. "
ReplyDeleteΠηγή: www.lifo.gr
http://www.lifo.gr/team/gnomes/43299